Gkala Dental Care

Περιοδοντίτιδα

Οι παθήσεις των μαλακών και σκληρών ιστών γύρω από τα δόντια αντιμετωπίζονται τις περισσότερες φορές επιτυχώς αν δραστηριοποιηθούμε εγκαίρως.

Περιοδοντίτιδα

Η περιοδοντίτιδα είναι μια μικροβιακής αιτιολογίας πολυπαραγοντική φλεγμονή που αποτελεί εξέλιξη της ουλίτιδας και οδηγεί σε προοδευτική απώλεια του οστού που περιβάλλει και στηρίζει τις ρίζες των δοντιών. Σε προχωρημένα στάδια η οστική απώλεια μπορεί να είναι τόσο μεγάλη που να οδηγήσει ακόμη και σε αυτόματη απώλεια κάποιου ή κάποιων δοντιών. Ουσιαστικά νοσούν οι ιστοί πέριξ των δοντιών και όχι τα δόντια αυτά καθ’αυτά.

Το κύριο αίτιο για την εμφάνιση της περιοδοντίτιδας είναι τα μικρόβια, τα οποία υπάρχουν υπό φυσιολογικές συνθήκες στο στόμα μας, χωρίς να προκαλούν πρόβλημα. Όταν όμως δεν απομακρύνονται αποτελεσματικά σε καθημερινή βάση, λόγω μη σωστής στοματικής στοματικής υγιεινής, ή/και μη τακτικού καθαρισμού από τον οδοντίατρο, αυξάνονται σε αριθμό οδηγώντας αρχικά στην εμφάνιση της ουλίτιδας. Η ουλίτιδα παρουσιάζεται με αιμορραγία των ούλων κατά το βούρτσισμα ή και αυτόματα και μπορεί για χρόνια να παραμένει σε συτή την κατάσταση. Όμως σε κάποιο χρονικό σημείο, που δεν μπορεί να προσδιοριστεί ακριβώς και εφόσον υπάρχει η προδιάθεση (κληρονομικότητα) η ουλίτιδα εξελίσσεται σε περιοδοντίτιδα.

Υπάρχουν διάφορες μορφές περιοδοντίτιδας, όπου η βαρύτητα και η ταχύτητα εξέλιξης της νόσου διαφέρουν από άτομο σε άτομο και επηρεάζονται από διάφορους παράγοντες.

Η περιοδοντίτιδα αποτελεί μια πολύ συχνή νόσο και υπολογίζεται ότι πάνω από το 50% των ατόμων μετά την ηλικία των 40-45 ετών σε παγκόσμια κλίμακα εμφανίζουν κάποιας μορφής και βαρύτητας περιοδοντίτιδα.

Η νόσος μπορεί να εμφανιστεί και σε μικρότερες ηλικίες, όπως στην ηλικία των 25-30 ετών, αλλά οι περιπτώσεις αυτές είναι πιο ασυνήθεις και χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη επιθετικότητα, γρήγορη καταστροφή του οστού που περιβάλει τις ρίζες των δοντιών και δυσκολία στην θεραπευτική αντιμετώπιση.

Αιτιολογία και προδιαθεσικοί παράγοντες

Αν και η παρουσία των μικροβίων είναι απαραίτητη για την εμφάνιση της περιοδοντίτιδας, εντούτοις άλλοι παράγοντες, όπως το κάπνισμα, τα αυξημένα επίπεδα σακχάρου στο αίμα (σακχαρώδης διαβήτης), καταστάσεις ή νοσήματα που προσβάλουν το ανοσοποιητικό σύστημα, η κληρονομικότητα, το stress, η λήψη φαρμάκων όπως αντικαταθλιπτικά, αντισυλληπτικά, αντιϋπερτασικά, ανοσοκατασταλτικά, κ.α., καθώς και ορμονικές μεταβολές που συμβαίνουν κατά την εγκυμοσύνη, την εμμηνόπαυση και την εφηβεία αποτελούν επιβαρυντικούς – τροποποιητικούς παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης ή την βαρύτητα και ταχύτητα εξέλιξης της νόσου.

Διάγνωση

Η διάγνωση της νόσου, από τη στιγμή που αυτή κάνει την εμφάνισή της στο στόμα, επιτυγχάνεται με συνδυασμό προσεκτικής κλινικής και ακτινολογικής εξέτασης. Μέχρι να φτάσει σε προχωρημένο στάδιο, η περιοδοντική νόσος είναι γενικά ανώδυνη και δεν παρουσιάζει ιδιαίτερα συμπτώματα.
Μετά από προσεκτικό περιοδοντικό έλεγχο με εξειδικευμένα εργαλεία, διαπιστώνεται η ύπαρξη περιοδοντικών θυλάκων. Ο θύλακος είναι η παθολογική βάθυνση της ουλοδοντικής σχισμής, δηλαδή της σχισμής που φυσιολογικά υπάρχει μεταξύ του δοντιού και των ούλων. Στην ουσία δημιουργείται μια παθολογική «τσέπη», όπου μέσα εκεί υπάρχουν μικρόβια, συστατικά τροφών και σάλιου, «πέτρα» καθώς και φλεγμονώδης ιστός, δηλαδή μια δεξαμενή μικροβίων που συντηρείται η φλεγμονή. Είναι αξιοσημείωτο ότι σε κάθε περιοδοντικό θύλακο ανευρίσκονται πάνω από 300 διαφορετικά είδη μικροβίων, που δημιουργούν ένα περιβάλλον ιδιαίτερα παθογόνο για τους περιοδοντικούς ιστούς.
Σημεία ή συμπτώματα της περιοδοντίτιδας μπορεί να είναι τα ακόλουθα:

  • Κόκκινα ούλα, που ματώνουν αυτόματα ή μετά το βούρτσισμα
  • Ούλα που έχουν υποχωρήσει και τα δόντια φαίνονται πιο μεγάλα από ότι στο παρελθόν
  • Δημιουργία ευρέων κενών μεταξύ των δοντιών («μαύρα τρίγωνα»)
  • Δόντια που εμφανίζουν κινητικότητα ή έχουν αλλάξει θέση μέσα στο στόμα
  • Περιοδική εμφάνιση αποστημάτων (πρήξιμο με πύον) στα ούλα
  • Κακοσμία του στόματος

Θεραπεία

Στόχοι

  • Αναχαίτιση προοδευτικής υποχώρησης του οστού που περιβάλλει και στηρίζει τις ρίζες των δοντιών
  • Απουσία αιμορραγίας των ούλων
  • Δυνατότητα εφαρμογής αποτελεσματικής στοματικής υγιεινής από τον ασθενή
  • Μείωση περιοδοντοπαθογόνων μικροβίων
  • Εξάλειψη ή/και μείωση βάθους περιοδοντικών θυλάκων


Σκοπός

Διατήρηση των δοντιών σε συνθήκες βιολογικά, λειτουργικά και αισθητικά αποδεκτές για το μέγιστο δυνατό χρονικό διάστημα.

Μη χειρουργική θεραπεία
Στηρίζεται στη συντηρητική (μη χειρουργική) απομάκρυνση των μαλακών (οδοντική μικροβιακή πλάκα) και σκληρών («πέτρα») εναποθέσεων, που έχουν σχηματιστεί υπερουλικά και υποουλικά μέσα στους περιοδοντικούς θυλάκους. Αυτό επιτυγχάνεται με τη χρήση μηχανικών (υπέρηχοι, εργαλεία χειρός) και χημικών μέσων (αντιμικροβιακοί παράγοντες σε μορφή διαλύματος, gel και αντιβιοτικά). Επιπρόσθετα ιδιαίτερα υποβοηθητική είναι η εφαρμογή Laser. Η λεπτή ίνα που διαθέτει η συσκευή Laser εισέρχεται μέσα στον περιοδοντικό θύλακο και με την ενέργεια που διοχετεύει, βοηθάει στην μείωση των περιοδοντοπαθογόνων μικροβίων, την καταστροφή και απομάκρυνση φλεγμονώδους ιστού, ενώ παράλληλα με την αιμοστατική και βιοδιεγερτικής της δράση επιταχύνει τις διαδικασίες επούλωσης των ούλων.

Η παραπάνω θεραπεία πραγματοποιείται τμηματικά σε όλα τα δόντια υπό την εφαρμογή τοπικής αναισθησίας και είναι τελείως ανώδυνη. Ακόμη και μετά το πέρας της αναισθησίας δεν υπάρχει πρήξιμο ή πόνος (πιθανώς ελαφριάς έντασης ενόχληση που αντιμετωπίζεται με ήπια αναλγητικά φάρμακα). Ίσως η μόνη προσωρινή παρενέργεια της θεραπείας είναι η αύξηση της ευαισθησίας των δοντιών, κυρίως σε κρύα ερεθίσματα, η οποία παρέρχεται μετά από λίγο διάστημα και αντιμετωπίζεται με σκευάσματα (οδοντόκρεμες, σκευάσματα σε μορφή gel) που περιέχουν αυξημένες συγκεντρώσεις φθοριούχων ενώσεων.

Σημαντική παράμετρος για την επιτυχή έκβαση της περιοδοντικής θεραπείας είναι η καθημερινή αποτελεσματική εφαρμογή στοματικής υγιεινής από τον ασθενή, ο οποίος διδάσκεται λεπτομερώς τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να το επιτύχει.

Το σύνολο της θεραπείας πραγματοποιείται σε 4-6 συνεδρίες και το αποτέλεσμά της αξιολογείται μετά την πάροδο 6-8 εβδομάδων.

Χειρουργική θεραπεία – Ανάπλαση περιοδοντικών ιστών
Η χειρουργική του περιοδοντίου μπορεί να πραγματοποιηθεί συμπληρωματικά της μη χειρουργικής περιοδοντικής θεραπείας με σκοπό την πλήρη εξάλειψη υπολειμματικών εστιών φλεγμονής ή την ανάπλαση των περιοδοντικών ιστών.
Στην πρώτη περίπτωση η χειρουργική αντιμετώπιση επιστρατεύεται για την εξάλειψη υπολειμματικών περιοδοντικών θυλάκων («δεξαμενές μικροβίων»), που αποτελούν ενεργές εστίες φλεγμονής ή για την απόδοση ευνοϊκότερων ανατομικών συνθηκών που να επιτρέπουν την εφαρμογή αποτελεσματικής στοματικής υγιεινής από τον ασθενή. Περιλαμβάνει καθαρισμό υπολειμμάτων πέτρας που μπορεί να έχουν παραμείνει στις ρίζες των δοντιών, οστεοπλαστική και ουλοπλαστική. Τοποθετούνται ράμματα, τα οποία αφαιρούνται 7-14 ημέρες μετά την επέμβαση. Ο ασθενής λαμβάνει αναλγητική αγωγή και οδηγίες στοματικής υγιεινής, έτσι ώστε η μετεγχειρητική πορεία να είναι ανώδυνη και χωρίς παρενέργειες.

Στη δεύτερη περίπτωση η χειρουργική του περιοδοντίου μπορεί να εφαρμοστεί με σκοπό την ανάπλαση των περιοδοντικών ιστών, όπου αυτό είναι εφικτό. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιούνται διάφορα αναπλαστικά υλικά, όπως οστικά μοσχεύματα (αυτομοσχεύματα, αλλογενή, ετερογενή), απορροφήσιμες μεμβράνες κολλαγόνου, πρωτεϊνες θεμέλιας ουσίας της αδαμαντίνης (αμελογενίνες – Emdogain), κ.α., τα οποία με την κατάλληλη εφαρμογή μπορούν να οδηγήσουν σε ανάπλαση απωλεσθέντος οστού γύρω από τις ρίζες των δοντιών. Η όλη διαδικασία πραγματοποιείται με τοπική αναισθησία. Τα ράμματα αφαιρούνται 7-14 ημέρες μετά την επέμβαση. Στο άμεσο μετεγχειρητικό διάστημα (5-7 ημέρες) ο ασθενής λαμβάνει αντιβιοτική και αναλγητική αγωγή, που εξασφαλίζουν απουσία πόνου και επιπλοκών.

Στοιχεία κλειδιά για την επιτυχία των προαναφερόμενων χειρουργικών τεχνικών είναι η εφαρμογή σωστής μη χειρουργικής θεραπείας και αποτελεσματικής στοματικής υγιεινής από τον ασθενή.

Συχνές Ερωτήσεις

Πώς μπορώ να καταλάβω ότι έχω περιοδοντίτιδα;

Πολλοί άνθρωποι που πάσχουν από περιοδοντίτιδα δεν το γνωρίζουν γιατί αυτή εξελίσσεται χωρίς πόνο ή άλλα συμπτώματα για μεγάλο διάστημα, που μπορεί να είναι αρκετά χρόνια. Όταν αρχίσουν να εμφανίζονται συμπτώματα, όπως έντονη αιμορραγία των ούλων κατά το βούρτσισμα ή και αυτόματα, πρήξιμο με πύον σε διάφορα σημεία στα ούλα, κινητικότητα δοντιών, αλλαγή της θέσης των δοντιών ή κακοσμία του στόματος τότε η περιοδοντίτιδα έχει προχωρήσει αρκετά και χρειάζεται άμεση αντιμετώπιση. Γι αυτό το λόγο, είναι αναγκαία η περιοδική επίσκεψη στον οδοντίατρο ή τον περιοδοντολόγο και ο έλεγχος των δοντιών και των ούλων, έτσι ώστε η περιοδοντίτιδα να ανιχνεύεται σε πιο αρχόμενα στάδια, που μπορεί να αντιμετωπιστεί πιο εύκολα και δεν υπάρχει κίνδυνος απώλειας δοντιών.

Θεραπεύεται η περιοδοντίτιδα;

Ναι. Η θεραπεία δεν είναι πάντα εύκολη και πολλές φορές εκτός από την πρώτη φάση («βαθύς καθαρισμός» σε συνδυασμό ή όχι με εφαρμογές Laser με τοπική αναισθησία) μπορεί να χρειάζεται και μια δεύτερη φάση που περιλαμβάνει χειρουργική αντιμετώπιση των βλαβών που έχει δημιουργήσει η νόσος. Με την κατάλληλη θεραπεία σταματάει η εξέλιξη της νόσου και αποκαθίσταται υγεία στους περιοδοντικούς ιστούς. Ωστόσο, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, το κόκκαλο που έχει χαθεί καθώς και η υποχώρηση των ούλων δεν μπορούν να αντιστραφούν. Στοιχείο – κλειδί για την θεραπεία της νόσου είναι το γεγονός ότι όταν ένας άνθρωπος εμφανίσει περιοδοντίτιδα σημαίνει ότι έχει μια γενετική προδιάθεση και άρα συνεχή κίνδυνο για υποτροπή και επανεμφάνιση της νόσου. Γι αυτό το λόγο, ακόμη και μετά το τέλος της θεραπείας θα πρέπει να γίνεται τακτικός επανέλεγχος και σχολαστικός καθαρισμός των δοντιών (το πολύ ανά 4-6 μήνες).

Είναι μεταδοτική η περιοδοντίτιδα;

Η μέχρι τώρα έρευνα έχει δείξει ότι υπάρχει μεταφορά περιοδοντοπαθογόνων μικροβίων ανάμεσα σε ζευγάρια ή μέλη της ίδιας οικογένειας (γονείς προς παιδιά). Δεν έχει όμως αποδειχθεί ότι η μεταφορά αυτή των μικροβίων είναι ικανή να προκαλέσει τη νόσο στο άλλο άτομο, διότι ο κάθε άνθρωπος έχει διαφορετική γενετική προδιάθεση και μηχανισμούς άμυνας έναντι της μικροβιακής πρόκλησης. Ωστόσο, η αποτελεσματική στοματική υγιεινή, η έγκαιρη διάγνωση και η ανά τακτά χρονικά διαστήματα παρακολούθηση της περιοδοντικής κατάστασης είναι πιο σημαντικοί παράγοντες διατήρησης των δοντιών σε συνθήκες υγείας σε σχέση με την επίδραση της κληρονομικότητας.

Αφού η περιοδοντίτιδα είναι μικροβιακής αιτιολογίας, δεν θα μπορούσε να θεραπευτεί με τη λήψη αντιβίωσης;

Έχει αποδειχτεί από κλινικές έρευνες ότι η λήψη αντιβιοτικών από μόνη της δε μπορεί να εξαλείψει τη νόσο. Αυτό διότι τα μικρόβια που προκαλούν περιοδοντίτδα έρχονται σε στενή επαφή με τις ριζικές επιφάνειες των δοντιών και προστατεύονται από έναν υμένα (biofilm – βιοϋμένιο), που καθιστά τα αντιβιοτικά αναποτελεσματικά. Κάποιες φορές, σε συγκεκριμένες περιπτώσεις χορηγούμε αντιβιοτικά ως επικουρικά μέσα της περιοδοντικής θεραπείας.

Μπορεί να πραγματοποιηθεί περιοδοντική θεραπεία μόνο με τη χρήση Laser;

Όχι. Η εφαρμογή του Laser αποτελεί συμπληρωματικό μέσο στην πραγματοποίηση της περιοδοντικής θεραπείας. Υπάρχουν διάφορες συσκευές Laser με διάφορα τεχνικά χαρακτηριστικά που χρησιμοποιούνται στα πλαίσια της περιοδοντικής θεραπείας. Η δράση τους έγκειται στην θανάτωση περιοδοντοπαθογόνων μικροβίων, την καταστροφή φλεγμονώδους ιστού («καυτηριασμός») και την επιτάχυνση των διαδικασιών επούλωσης των ούλων. Ωστόσο η «πέτρα» που έχει σχηματιστεί στο περιβάλλον του περιοδοντικού θυλάκου (παθολογική «τσέπη» μεταξύ δοντιού και ούλου) και είναι προσκολλημένη στην επιφάνεια της ρίζας του δοντιού πρέπει να απομακρυνθεί με την χρήση μηχανικών μέσων (εργαλεία χειρός και υπέρηχοι).

Πονάει η θεραπεία της περιοδοντίτιδας;

Η θεραπεία της περιοδοντίτιδας γίνεται κάτω από τοπική αναισθησία και είναι εντελώς ανώδυνη. Μόλις περάσει η αναισθησία συνήθως δεν έχουμε προβλήματα, παρά μόνο περιορισμένης έκτασης ευαισθησίες κυρίως σε κρύα ερεθίσματα, τα οποία παρέρχονται σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Αν δεν βουρτσίζω τα δόντια μου και δεν καθαρίζω τις μεσοδόντιες περιοχές (εφαρμογή οδοντικού νήματος ή μεσοδόντιων βουρτσών) θα έχει αποτέλεσμα η περιοδοντική θεραπεία;

Ναι, αλλά βραχυπρόθεσμα. Η αποτελεσματική στοματική υγιεινή που εφαρμόζει το κάθε άτομο στο σπίτι του είναι αναντικατάστατη και απαραίτητη για την επιτυχία της περιοδοντικής θεραπείας σε βάθος χρόνου. Ακόμη και αν όλα τα μικρόβια εξαλειφθούν με την περιοδοντική θεραπεία, η απουσία στοματικής υγιεινής θα οδηγήσει σε σύντομο χρονικό διάστημα σε επαναποίκιση των δοντιών από μικρόβια και επανεμφάνιση της νόσου.

Πρέπει να χρησιμοποιώ οδοντικό νήμα ή μεσοδόντια βουρτσάκια πέρα από την οδοντόβουρτσα;

Ναι. Ο καθαρισμός των μεσοδόντιων επιφανειών με την χρήση οδοντικού νήματος ή μεσοδόντιων βουρτσών (ανάλογα την περίπτωση) είναι απαραίτητος και πρέπει να πραγματοποιείται σε καθημερινή βάση συμπληρωματικά του βουρτσίσματος. Ανεξαρτήτως του μεγέθους των κενών μεταξύ των δοντιών που παρουσιάζει κάθε άνθρωπος, η οδοντόβουρτσα δεν μπορεί να προσεγγίσει τις μεσοδόντιες επιφάνειες και άρα να αφαιρέσει τα μικρόβια της οδοντικής πλάκας που προσκολλώνται σε αυτές. Συνεπώς η μη εφαρμογή μεσοδόντιου καθαρισμού συνεπάγεται ότι έχει επιτευχθεί μόνο περίπου το 50-60% της αποτελεσματικής στοματικής υγιεινής. Αξιοσημείωτο αποτελεί το γεγονός ότι τόσο η τερηδόνα (κοιλότητα που δημιουργείται στα δόντια και απαιτείται σφράγισμα) όσο και οι περιοδοντικές νόσοι (ουλίτιδα, περιοδοντίτιδα) πολύ συχνά εμφανίζονται πρωτίστως στις μεσοδόντιες επιφάνειες.

Η χρήση διαφόρων στοματικών διαλυμάτων θεωρείται απαραίτητη για την επίτευξη αποτελεσματικής στοματικής υγιεινής;

Όχι. Τα στοματικά διαλύματα δε μπορούν να επιτύχουν την απομάκρυνση των μικροβίων από τις επιφάνειες των δοντιών. Πολλές φορές θα ακούσετε ότι μετά την χρήση κάποιου στοματικού διαλύματος σταμάτησαν τα ούλα να αιμορραγούν. Αυτό είναι τελείως παροδικό και οφείλεται στο γεγονός ότι πολλά στοματικά διαλύματα περιέχουν αντιφλεγμονώδεις ουσίες που εμποδίζουν την αιμορραγία. Ωστόσο, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα μετά την διακοπή της χρήσης του στοματικού διαλύματος η αιμορραγία των ούλων επανεμφανίζεται. Τα στοματικά διαλύματα, μπορούν να χρησιμοποιηθούν προσωρινά ως υποβοηθητικό μέσο για τον έλεγχο της μικροβιακής πλάκας, συμπληρωματικά της περιοδοντικής θεραπείας, καθώς και σε περιπτώσεις που κάποιος δε μπορεί να βουρτσίσει τα δόντια του όπως π.χ. μετά από κάποια χειρουργική επέμβαση στο στόμα ή γιατί υπάρχουν προσωρινές ευαισθησίες των δοντιών και των ούλων μετά την περιοδοντική θεραπεία, κτλ. Η καθημερινή χρήση στοματικών διαλυμάτων για μεγάλα χρονικά διαστήματα όχι μόνο δεν συνεισφέρει ουσιαστικά στον έλεγχο των μικροβίων αλλά μπορεί να οδηγήσει σε βλαβερές παρενέργειες (διαβρώσεις των ούλων, δυσχρωματισμός των δοντιών, πρόκληση μεταλλικής γεύσης, κ.α.).

Η ηλεκτρική οδοντόβουρτσα είναι καλύτερη από τη συμβατική;

Οι μέχρι σήμερα έρευνες δείχνουν ότι δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στην αποτελεσματικότητα μεταξύ ηλεκτρικής και συμβατικής οδοντόβουρτσας. Η επιλογή ηλεκτρικής οδοντόβουρτσας αποτελεί θέμα προτίμησης, ενώ θεωρείται ότι υπερτερεί της συμβατικής σε άτομα που εμφανίζουν κινητικά προβλήματα ή έλλειψη επιδεξιότητας στη χρήση της συμβατικής οδοντόβουρτσας. Ίσως ένα ακόμη πλεονέκτημα της ηλεκτρικής οδοντόβουρτσας είναι ότι μειώνει σημαντικά τον μέσο χρόνο που απαιτείται για αποτελεσματικό βούρτσισμα (σχεδόν κατά το ήμισυ) συγκριτικά με μια συμβατική οδοντόβουρτσα. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι κάποιος δε μπορεί να επιτύχει αποτελεσματικό βούρτσισμα και με μια συμβατική οδοντόβουρτσα.

Πρέπει να χρησιμοποιώ κάποια ειδική οδοντόκρεμα;

Όχι, δεν είναι απαραίτητο. Οι οδοντόπαστες είναι υποβοηθητικά μέσα στοματικής υγιεινής και δεν θεραπεύουν την ουλίτιδα ή την περιοδοντίτιδα. Η αποτελεσματική αφαίρεση των μικροβίων της οδοντικής πλάκας εξασφαλίζεται αποκλειστικά και μόνο με το βούρτσισμα και την χρήση οδοντικού νήματος ή μεσοδόντιων βουρτσών (για τις επιφάνειες που δεν μπορεί να προσεγγίσει η οδοντόβουρτσα). Ωστόσο σε κάποιες περιπτώσεις, μπορούν να χρησιμοποιηθούν οδοντόκρεμες με μεγάλη περιεκτικότητα σε φθόριο που συμβάλλουν στην πρόληψη της τερηδόνας (κυρίως σε άτομα με αυξημένο κίνδυνο πολυτερηδονισμού), αλλά εμφανίζουν περιορισμένη δράση στον έλεγχο των μικροβίων που σχετίζονται με την εμφάνιση της περιοδοντίτιδας.

Θέματα επίκαιρου ενδιαφέροντος

Κάπνισμα και περιοδοντίτιδα
Το κάπνισμα αποτελεί έναν πολύ σημαντικό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση της περιοδοντίτιδας. Ένα μεγάλο ποσοστό των περιοδοντικών ασθενών είναι βαρείς καπνιστές, δηλαδή καπνίζουν πάνω από 10-15 τσιγάρα ημερησίως. Το κάπνισμα συσχετίζεται με την εμφάνιση καρκίνου του πνεύμονα, καρδιαγγειακών νοσημάτων, χρόνιας αποφρακτικής πνευμονοπάθειας κ.α.
‘Ένας καπνιστής έχει σχεδόν τριπλάσιες ή και παραπάνω πιθανότητες να εμφανίσει περιοδοντίτιδα κατά τη διάρκεια της ζωής του σε σχέση με έναν μη καπνιστή. Επίσης οι καπνιστές ανταποκρίνονται χειρότερα στην περιοδοντική θεραπεία, με μικρότερη μείωση του βάθους των θυλάκων και αυξημένο κίνδυνο υποτροπής βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μετά το τέλος της θεραπείας.
Τα παραπάνω δικαιολογούνται εν μέρει από το γεγονός ότι τα προϊόντα που περιέχονται στον καπνό (κυρίως η νικοτίνη) επιβραδύνουν την επούλωση των ιστών και εξασθενούν το αμυντικό μας σύστημα. Στους καπνιστές ο δείκτης αιμορραγίας εμφανίζεται μειωμένος και γι αυτό το λόγο οι καπνιστές δεν αντιλαμβάνονται έγκαιρα ότι πάσχουν από τη νόσο.
Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι το ίδιο επιβαρυντικό για τους περιοδοντικούς ιστούς είναι και το κάπνισμα πούρων ή πίπας. Μάλιστα, μελέτες έχουν δείξει ότι τα ποσοστά απώλειας δοντιών σε καπνιστές πούρων ή πίπας είναι παρόμοια με αυτά των καπνιστών τσιγάρων. Αναφορικά με το ηλεκτρονικό τσιγάρο, που πρόσφατα έχει γίνει ευρέως διαδεδομένο, τα επιστημονικά στοιχεία είναι λιγοστά και ανεπαρκή για την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων, αναφορικά με την ενδεχόμενη αρνητική του επίδραση στους περιοδοντικούς ιστούς και την εμφάνιση περιοδοντίτιδας.

Σακχαρώδης διαβήτης και περιοδοντίτιδα
Ο σακχαρώδης διαβήτης αποτελεί μεταβολικό σύνδρομο πολυπαραγοντικής αιτιολογίας που οφείλεται σε ανεπαρκή σύνθεση, έκκριση ή διαταραχή της δράσης της ινσουλίνης. Μη ρυθμισμένος θεωρείται ο διαβητικός με τιμή γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης HbA1c > 7%.

Η κλασική συμπτωματολογία του διαβήτη περιλαμβάνει την πολυουρία, πολυδυψία και πολυφαγία και εμφανίζεται συχνότερα στον τύπου 1 σε σχέση με τον τύπου 2. Οι διαβητικοί ασθενείς τύπου 1 συχνά εκδηλώνουν απώλεια βάρους, ναυτία, εμέτους, ευερεθιστότητα και απάθεια.

Η σχέση του με την περιοδοντίτιδα είναι αμφίδρομη. Ο σακχαρώδης διαβήτης από μόνος του, χωρίς την συνύπαρξη άλλων παραγόντων, όπως η πλημμελής στοματική υγιεινή, ευθύνεται για την εμφάνιση της περιοδοντίτιδας. Η περιοδοντίτιδα αναφέρεται ως η 6η επιπλοκή του σακχαρώδη διαβήτη δεδομένου ότι εμφανίζεται με αυξημένη συχνότητα, έκταση και βαρύτητα σε διαβητικούς ασθενείς τύπου 1 και 2 και επηρεάζεται από το επίπεδο ρύθμισής του.

Οι περισσότερες μελέτες δείχνουν ότι όσο χειρότερη είναι η ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα (δηλαδή μεγαλύτερες τιμές γλυκόζης νηστείας και γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης) τόσο μεγαλύτερη είναι η επιβάρυνση των περιοδοντικών ιστών, με εμφάνιση μεγαλύτερου βάθους περιοδοντικών θυλάκων, εκτεταμένη οστική καταστροφή και ταχεία απώλεια των δοντιών.

Αντίστροφα, η παρουσία προχωρημένης βαρύτητας περιοδοντίτιδας φαίνεται ότι δρα αρνητικά στη ρύθμιση του σακχαρώδη διαβήτη. Μελέτες έχουν δείξει ότι η περιοδοντική θεραπεία μπορεί να οδηγήσει σε μείωση των επιπέδων γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης κατά 0,5%.
Αν και η περιοδοντική νόσος στους διαβητικούς δεν εμφανίζει κάποια διακριτή κλινική εικόνα, η παρουσία εντούτοις πολλαπλών και συχνών περιοδοντικών αποστημάτων (πρήξιμο των ούλων με πύον), θα πρέπει να κινητοποιήσουν τον κλινικό οδοντίατρο ότι ο ασθενής πιθανόν πάσχει από αδιάγνωστο ή αρρύθμιστο σακχαρώδη διαβήτη. Ο διαβήτης παρουσιάζει ποικίλες εκδηλώσεις στη στοματική κοιλότητα, όπως ξηροστομία και αίσθημα καψίματος (π.χ. στη γλώσσα), τερηδόνα, κ.α.

Η περιοδοντική θεραπεία σε ασθενείς με καλά ρυθμισμένο σακχαρώδη διαβήτη πραγματοποιείται όπως ακριβώς στους υγιείς μη διαβητικούς ασθενείς, με την ίδια σχεδόν αποτελεσματικότητα. Το ίδιο ισχύει και για την τοποθέτηση οδοντικών εμφυτευμάτων, όπου τα ποσοστά επιτυχίας είναι παρόμοια με εκείνα των υγιών μη διαβητικών ατόμων. Ωστόσο, σε ασθενείς με αρρύθμιστο ή μη καλά ελεγχόμενο διαβήτη, η περιοδοντική θεραπεία είναι λιγότερο αποτελεσματική και οι ασθενείς παρουσιάζουν αυξημένο κίνδυνο υποτροπής και επανεμφάνισης της νόσου. Γενικότερα, πριν την έναρξη της περιοδοντικής θεραπείας, είναι απαραίτητο να έχει πραγματοποιηθεί γλυκαιμικός έλεγχος και να έχει γίνει προσπάθεια, κατά το δυνατόν, για ρύθμιση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα.

Ο οδοντίατρος θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος να αντιμετωπίσει επείγουσες καταστάσεις, όπως μία υπογλυκαιμική ή υπεργλυκαιμική κρίση. Στις περισσότερες των περιπτώσεων οι διαβητικοί με καλά ρυθμισμένο σακχαρώδη διαβήτη είναι σε θέση να λάβουν όλο το φάσμα της περιοδοντικής θεραπείας, χωρίς να απαιτείται κάποια τροποποίηση στις θεραπευτικές παρεμβάσεις.

Καρδιαγγειακά νοσήματα και περιοδοντίτιδα
Η εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων στον ανεπτυγμένο κόσμο ευθύνεται για το θάνατο σχεδόν 20 εκατομμυρίων ανθρώπων ετησίως, αποτελώντας την πρώτη αιτία θανάτου παγκοσμίως. Σύμφωνα με τα ευρήματα που προέκυψαν από την πενταετή μελέτη PERSEAS (Prospective Evaluation of Vascular Risk Surrogates: the Elafonisos Area Study), την οποία σχεδίασαν και διενήργησαν επιστήμονες από την Εταιρεία Μελέτης Παραγόντων Κινδύνου για Αγγειακά Νοσήματα (Ε.Μ.Πα.Κ.Α.Ν.) στην Ελαφόνησο Λακωνίας μεταξύ 2012 και 2016, τα καρδιαγγειακά νοσήματα αποτελούν την 1η αιτία θανάτου στη χώρα μας. Αυτό σχετίζεται κυρίως με αλλαγές του σύγχρονου τρόπου διαβίωσης και διατροφής, όπως κάπνισμα, έλλειψη σωματικής άσκησης, διατροφή πλούσια σε λίπη, αυξημένο stress.
Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της Αμερικανικής Ακαδημίας Περιοδοντολογίας φαίνεται να υπάρχει άμεση σχέση μεταξύ καρδιαγγειακών νοσημάτων, οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου, αγγειακών εγκεφαλικών ισχαιμικών επεισοδίων και της αθηρωσκλήρωσης με τα περιοδοντικά νοσήματα. Η παρουσία φλεγμονής στους περιοδοντικούς ιστούς και άρα διασποράς των περιοδοντοπαθογόνων μικροβίων μέσω της αιματικής κυκλοφορίας σε περιοχές αγγείων που έχουν σχηματιστεί αθηρωματικές πλάκες, μπορεί να προάγει την αποκόλληση και ρήξη αυτών, οδηγώντας σε εμφάνιση οξέος εμφράγματος του μυοκαρδίου ή εγκεφαλικού ισχαιμικού επεισοδίου.
Έρευνες έχουν δείξει ότι άτομα με εγκατεστημένη περιοδοντίτιδα εμφάνιζαν 25-80% αυξημένο κίνδυνο για στεφανιαία νόσο σε σύγκριση με περιοδοντικά υγιή άτομα. Αυτό σημαίνει ότι η περιοδοντίτιδα δρα επιβαρυντικά στην εξέλιξη των καρδιαγγειακών νοσημάτων με τρόπο ανεξάρτητο από άλλους παράγοντες κινδύνου (κάπνισμα, διατροφή, παχυσαρκία, stress, κ.α.).
Συνεπώς άτομα που εμφανίζουν κάποιο καρδιαγγειακό νόσημα ή χαρακτηρίζονται από αυξημένο κίνδυνο για εμφάνιση καρδιαγγειακών νοσημάτων, πρέπει να ελέγχονται για την ύπαρξη περιοδοντίτιδας και γενικότερα φλεγμονής των ούλων και να λαμβάνουν κατά το δυνατόν συντομότερα την απαραίτητη περιοδοντική θεραπεία. Επιπλέον, ακόμη και μετά το τέλος της περιοδοντικής θεραπείας και την αποκατάσταση της υγείας στην στοματική κοιλότητα, τα άτομα θα πρέπει να επανελέγχονται και να λαμβάνουν σχολαστικό καθαρισμό των δοντιών ανά τακτά χρονικά διαστήματα (ανά 3-4 μήνες).

Επιπλοκές της κύησης και περιοδοντίτιδα
Η περιοδοντίτιδα είναι μία χρόνια φλεγμονώδης νόσος που οφείλεται στα μικρόβια της οδοντικής πλάκας και συνοδεύεται από προοδευτική απώλεια του οστού των γνάθων. Τα τελευταία χρόνια πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι η φλεγμονή των περιοδοντικών ιστών αποτελεί παράγοντα κινδύνου για συστηματικά νοσήματα, όπως η καρδιαγγειακή νόσος και ο σακχαρώδης διαβήτης αλλά και η γέννηση πρόωρων και ελλιποβαρών νεογνών.

Πρόωρα θεωρούνται τα νεογνά που γεννιούνται πριν την 36η – 37η εβδομάδα της κύησης και ελλιποβαρή εκείνα που εμφανίζουν βάρος μικρότερο από 2.5kg και τα οποία εμφανίζουν συχνά διαταραχές της ανάπτυξης και του νευρικού συστήματος, όπως βρογχοπνευμονική δυσπλασία αλλά και εγκεφαλική παράλυση.

Μεταξύ των παραγόντων που ευθύνονται για την εμφάνιση πρόωρων και ελλιποβαρών νεογνών είναι το κάπνισμα, το αλκοόλ, η κακή διατροφή, οι ψυχικές διαταραχές, το χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο και ο αριθμός των προηγούμενων γεννήσεων.

Τα ευρήματα από επιδημιολογικές, μικροβιολογικές και κλινικές μελέτες παρέχουν ισχυρές ενδείξεις ότι τα περιοδοντοπαθογόνα μικρόβια και η ύπαρξη ενεργού περιοδοντικής φλεγμονής, δια μέσου της συστηματικής αιματικής κυκλοφορίας, επηρεάζουν το έμβρυο και την ομαλή έκβαση της κύησης. Επιπλέον είναι άκρως τεκμηριωμένη η ευεργετική επίδραση της περιοδοντικής θεραπείας τόσο πριν την έναρξη της κύησης όσο και κατά το δεύτερο τρίμηνο αυτής.

Για οποιαδήποτε ερώτηση καλέστε μας στο 2114071225 ή κλείστε ραντεβού πατώντας εδώ